Πέμπτη 24 Μαρτίου 2016

Συζητώντας με την Κωνσταντία Σωτηρίου

 Συζητώντας με την Κωνσταντία Σωτηρίου


Ερώτηση 1η: Ποιος/α είναι ο/η αγαπημένος/η σας συγγραφέας;

Κ.Σ.: Δύσκολο να ξεχωρίσω κάποιον ως τον πιο αγαπημένο. Θα σας πω αυτόν στα βιβλία του οποίου ανατρέχω συνέχεια. Ο Δημήτρης Χατζής. Διαβάζω τα βιβλία του ξανά και ξανά. Υπάρχει κάτι στο γράψιμο του που με γαληνεύει. Αλλά… αν θα μπορούσα να πω κι έναν δεύτερο αυτός είναι ο Νίκος Νικολαϊδης. Κύπριος συγγραφέας από τους παλιούς. Λατρεύω την μαστοριά το και τον τρόπο που έστηνε τις ιστορίες του. Μεγάλος δάσκαλος.


Ερώτηση 2η: Ποιο ήταν το πρώτο βιβλίο που διαβάσατε;

Κ.Σ.: Πέραν από τα κλασσικά παιδικά, το «Καπλάνι της βιτρίνας» της Άκης Ζέης. Θυμάμαι ακόμα την θαυμάσια εντύπωση που μου έκανε και έχω το δικό μου αντίτυπο για να το δώσω κάποτε στα παιδιά μου.


Ερώτηση 3η: Τι σημαίνει η συγγραφή για εσάς;

Κ.Σ.: Η συγγραφή είναι μια διέξοδος από την ίδια τη ζωή με στόχο να γράψεις για την ζωή. Δεν μπορώ να το θέσω πιο απλά. Από εκεί και πέρα η συγγραφή για μένα είναι ένα στοιχείο της ταυτότητας μου. Με κάνει αυτό που είμαι. Και κυρίως μου δίνει μεγάλη χαρά.


Ερώτηση 4η: Ποια είναι η πήγη έμπνευσής σας;

Κ.Σ.: Οτιδήποτε μπορεί να αποτελέσει πηγή έμπνευσης. Ωστόσο θα έλεγα πως βασική μου πηγή πληροφοριών είναι πάντα ο γυναικόκοσμος που μεγάλωσα. Η μάνα μου, οι γιαγιάδες μου, οι γειτόνισσες, οι θείες μου. Όλο αυτό το κουβεντολόι, οι ιστορίες, η συνέχεια της ζωής όπως την διηγιόντουσαν στα παιδικά μου χρόνια. Για αυτό νομίζω σχεδόν πάντα οι ηρωίδες μου είναι γυναίκες.


Ερώτηση 5η: Τι σας "ώθησε" να ξεκινήσετε τη συγγραφή;

Κ.Σ.: Πάντα έγραφα αλλά βασική ώθηση αποτέλεσαν σίγουρα τα μαθήματα δημιουργικής γραφής που παρακολούθησα από τις Εκδόσεις Πατάκη και ο δάσκαλος μου στα μαθήματα Μισέλ Φάις. Τα μαθήματα μου πρόσφεραν την χαρά της «λογοτεχνικής συντροφιάς» των συμμαθητών μου, την ευκαιρία να διαβάσω ακόμη περισσότερο και να δοκιμάσω τον εαυτό μου στην ίδια την γραφή.


Ερώτηση 6η: Πως θα χαρακτηρίζατε το βιβλίο σας "Η Αϊσέ πάει διακοπές" με δύο λόγια;

Κ.Σ.: Είναι μια ιστορία αγάπης.


Ερώτηση 7η: Τι σας τραβάει στο να γράφετε διηγήματα και νουβέλες και όχι μυθιστορήματα;

Κ.Σ.: Μου αρέσουν οι μικρές ιστορίες. Και ως αναγνώστη με ελκύουν πάντα τα μικρότερα κείμενα. Βρίσκω πιο δύσκολο να είσαι περιεκτικός με πιο λίγες λέξεις, να λες μια ιστορία με μετρημένα λόγια. Και αποτελεί για μένα πρόκληση. Σκέφτομαι ωστόσο πως γράφω μικρές ιστορίες επειδή δεν έχω όσο χρόνο θα ήθελα για να γράφω. Πέραν του καπέλου του συγγραφέως ενδύομαι το καπέλο της μαμάς, της εργαζόμενης γυναίκας, της συζύγου. Ο χρόνος μου συνήθως στη γραφή είναι ελάχιστος και εξαντλώ τα θέματα μου στις χίλιες λέξεις.


Ερώτηση 8η: Στο βιβλίο σας θίγετε το θέμα της αλλαγής θρησκευτικού δόγματος. Η παλιά Ελένη, χριστιανή, μετονομάζεται σε Χατισέ για να παντρευτεί τον Αρίφη. Πόσο εύκολο ή δύσκολο θεωρείτε ότι είναι κάποιος να αλλάξει θρήσκευμα για την αγάπη;

Κ.Σ.: Στις γειτονιές τις δικές μας, κατάλοιπα της Οθωμανικής Αυτοκρατορείας, η αλλαγή θρησκευτικού δόγματος είναι εξαιρετικά δύσκολη, αφού για αιώνες η θρησκεία ήταν αυτή που καθόριζε την ταυτότητα των ανθρώπων. Στην Κύπρο τα πράγματα ήταν ακόμη πιο περίπλοκα αφού η αλλαγή θρησκεύματος σήμαινε αυτόματα και την αλλαγή κοινότητας και αυτό αναφερόταν ρητά στο Σύνταγμα. Δηλαδή ως Χριστιανός ανήκες στην Ελληνοκυπριακή κοινότητα και ως Μουσουλμάνος στην Τουρκοκυπριακή. Άρα η απόφαση της Ελένης να γίνει Χατισέ σήμαινε το τέλος της προηγούμενης της ζωής και την αρχή μιας αμφίβολης άλλης. Το να γίνεις κάποιος άλλος επειδή αγαπάς. Δεν είναι εύκολο, όχι.


Ερώτηση 9η: "Η Αϊσέ πάει διακοπές" λοιπόν. Γιατί προσδώσατε αυτόν τον τίτλο;

Κ.Σ.: Όπως αναφέρω και στην υποσημείωση που υπάρχει στο βιβλίο, η φράση αυτή ήταν ο κωδικός για την έναρξη της απόβασης στην Κύπρο κατά την δεύτερη εισβολή. Για μας στο νησί η φράση αυτή έχει μεγάλη σημασία, ακριβώς επειδή καθόρισε όλη τη ζωή μας. Σκέφτηκα πως ο τίτλος αυτός ταίριαζε με την ιστορία επειδή και η ζωή της ηρωίδας μου περιφερόταν γύρω από όλα όσα μας οδήγησαν σε αυτή την κατάσταση.


Ερώτηση 10η: Το βιβλίο σας μας μεταφέρει στην ευρωπαϊκή Κύπρο, το 2004. Γιατί διαλέξατε τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο;

Κ.Σ.: Η συγκεκριμένη περίοδος ήταν πολύ σημαντική για μας. Είχαμε φτάσει πολύ κοντά στην λύση του Κυπριακού με το Σχέδιο Αννάν, γίναμε μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως Κυπριακή Δημοκρατία και λίγο πιο πριν είχαν ανοίξει τα οδοφράγματα και οι άνθρωποι τον δύο κοινοτήτων για πρώτη φορά μετά από 30 χρόνια κατάφεραν να περάσουν στην άλλη πλευρά και να δουν τα σπίτια και τους τόπους που είχαν αφήσει πίσω. Ζήσαμε πολύ δυνατές στιγμές. Θυμάμαι εγώ, που γεννήθηκα πριν την εισβολή πέρασα στα κατεχόμενα και είδα για πρώτη φορά το χωριό του πατέρα μου. Όλα αυτά είχαν συγκλονίζει τότε τον κόσμο μας, τον κόσμο μου. Για αυτό επέλεξα να τα γραψω.


Ερώτηση 11η: Ο γιος της Χατισέ θέλει να "ανακαλύψει" τις ρίζες της μητέρας της. Γιατί η μητέρα του δεν του έχει μιλήσει ποτέ για το παρελθόν της;

Κ.Σ.: Επειδή φοβόταν να μην τον χάσει. Η Χατισέ είχε κρατήσει την πραγματική της ταυτότητα ως εφτασφράγιστο μυστικό επειδή φοβόταν τις συνέπειες αν αποκαλυπτόταν ποια πραγματικά ήταν. Τα πράγματα ανάμεσα στις δύο κοινότητες όλα αυτά τα χρόνια ήταν δύσκολα και πιστεύω πως φοβόταν την αντίδραση του παιδιού της και του περίγυρου. Νομίζω επίσης πως όσο περνά ο καιρός τα μικρά μυστικά γίνονται μεγαλύτερα και βαραίνουν τους ανθρώπους περισσότερο. Όσο περνούσε ο καιρός τόσο πιο δύσκολα μπορούσε να πει ποια ήταν.


Ερώτηση 12η: Θα θέλατε να μας πείτε με λίγα λόγια τι έχει αλλάξει από το 1974 μέχρι και σήμερα στην Κύπρο;

Κ.Σ.: Νομίζω πως η βασική αλλαγή είναι πως η Κύπρος είναι χωρισμένη στα δύο. Αν αφήσουμε κατά μέρος τις πολιτικές λεπτομέρειες που λίγο πολύ είναι γνωστές σε όλους, θα έλεγα πως με πονά απίστευτα που εγώ μεγάλωσα χωρίς να είναι δεδομένη η πρόσβαση μου σε κάθε σημείο της χώρας μου. Δεν έχω αναμνήσεις από την Κερύνεια. Δεν έχω κολυμπήσει σε καμιά θάλασσα. Στερηθήκαμε τις αναμνήσεις και την ζωή που θα μπορούσαμε να είχαμε ζήσει.


Ερώτηση 13η: Για ποιο λόγο πιστεύετε ότι θα πρέπει να διαβάσουν το βιβλίο σας;

Κ.Σ.: Αυτή είναι η πιο δύσκολη ερώτηση από όλες. Θα ήθελα να διαβάσουν το βιβλίο για να πάρουν μια γεύση από Κύπρο. Από όλα όσα υπήρξαν, από όλα όσα χάθηκαν. Και να πάρουν και μια γεύση από τα Κυπριακά. Τα ελληνικά της Κύπρου. Αυτή είναι η βαθύτερη, η ουσιαστικότερη γλώσσα μας και χαίρομαι για την δουλειά που έβαλα να γράψω στην διάλεκτο στο βιβλίο.


Ερώτηση 14η: Τι θα θέλατε να πείτε στους αναγνώστες σας;

Κ.Σ.: Ένα μεγάλο ευχαριστώ. Η γραφή είναι ένας δρόμος πολύ μοναχικός και πάντα με γεμίζει έκπληξη και χαρά ότι αυτό που γράφω αφορά και κάποιους άλλους.


Ερώτηση 15η: Έχετε διακριθεί σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο. Τι πρέπει να έχει ένας συγγραφέας, κατά τη γνώμη σας, για να καταφέρει να επιτύχει τέτοιες διακρίσεις;

Κ.Σ.: Σας ευχαριστώ αν και νομίζω δεν είχα τεράστιες διακρίσεις. Ωστόσο πάντα δοκίμαζα τις δυνάμεις μου σε διαγωνισμούς και είναι μεγάλη η χαρά όταν διακρίνεσαι κάπου. Η συμμετοχή αυτή αποτελεί μία αρχή για να αρχίσεις να μπαίνεις πιστεύω στο λογοτεχνικό κλίμα και να κάνεις κάποιους να σε προσέξουν. Όπως είπα και σε μια άλλη συνέντευξη όμως, η γραφή είναι ένας δύσκολος δρόμος που απαιτεί επιμονή και σκληρή δουλειά. Και απίστευτο διάβασμα. Ένας συγγραφέας για να γράψει πρέπει να διαβάσει πολύ και αυτό είναι νομίζω η πρώτη και η απόλυτη αλήθεια για να οδηγηθείς κάτι.


Ερώτηση 16η: Θα μας πείτε δυο λόγια για το επόμενο συγγραφικό σας έργο;

Κ.Σ.: Αυτές τις μέρες ανεβαίνει από την θεατρική ομάδα «Σόλο για τρεις», το θεατρικό μου έργο «Τζεμαλιγιέ», που αφορά στην δολοφονία μιας Τουρκοκύπριας πόρνης τον Δεκέμβριου του 1963, γεγονός που στάθηκε αφορμή να χαραχτεί η Πράσινη Γραμμή και να χωριστεί η Λευκωσία στα δυό. Το έργο αυτό γράφτηκε ως νουβέλα και αποτελεί την άτυπη συνέχεια του πρώτου μου βιβλίου και ελπίζω πως θα πάρει σύντομα τον δρόμο προς την έκδοση. Το κείμενο άλλωστε είχε τροποποιηθεί αρκετά ώστε να προσαρμοστεί στις ανάγκες του θεατρικού λόγου. Την ίδια στιγμή άρχισα το γράψιμο της τρίτης νουβέλας, ίσως η συνέχεια των δύο άλλων βιβλίων που ελπίζω να εξελιχθεί σε μια τριλογία. Αλλά θέλω να πάρω τα πράγματα πιο αργά αυτή τη φορά. Η γραφή μου όπως κι εγώ χρειάζεται λιγάκι να αναπνεύσει.


Β.Δ.: Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για τη συνέντευξη που μου παραχωρήσατε! Εύχομαι κάθε επιτυχία σε κάθε στόχο που βάζετε και όλα σας τα βιβλία να είναι καλοτάξιδα!

Κ.Σ.: Σας ευχαριστώ κι εγώ πάρα πολύ για τις ενδιαφέρουσες ερωτήσεις. Με κάνατε να σκεφτώ ξανά για κάποια πράγματα. Εύχομαι να χαρήκατε την ανάγνωση του βιβλίου και ελπίζω κάποτε να ανταμώσουμε και … πραγματικά.
Κωνσταντία



Η Κωνσταντία Σωτηρίου γεννήθηκε το 1975 σε µια διχοτοµηµένη Λευκωσία. Είναι απόφοιτος του τµήµατος Τουρκικών και Μεσανατολικών Σπουδών του Πανεπιστηµίου Κύπρου και κάτοχος µεταπτυχιακού στην Ιστορία της Μέσης Ανατολής από το Πανεπιστήµιο του Μάντσεστερ. Εργάστηκε ως δηµοσιογράφος σε εφηµερίδες και άλλα έντυπα της Κύπρου. Τώρα εργάζεται ως Λειτουργός Τύπου Τουρκικών Θεµάτων στο Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών της Κυπριακής Δηµοκρατίας. Έχει διακριθεί σε λογοτεχνικούς διαγωνισµούς στην Κύπρο και στην Ελλάδα. Η Κύπρος κλωθογυρίζει συνέχεια στα γραψίµατά της.
Το βιβλίο της "Η Αϊσέ πάει διακοπές" κυκλοφόρησε το 2015 από τις εκδόσεις Πατάκης.






«Είκοσι Ιουλίου, το θυµάσαι πολύ καλά, είχε γίνει η µεγάλη καταστροφή. Ξύπνησες το πρωί και ήταν η λεκάνη στη ρίζα της συκιάς σου γεµάτη µε σύκα ανοιγµένα. Με το νυχτικό βγήκες έξω τα χαράµατα, πήρες το φαράσι και τη σκούπα να τα µαζεύεις. Μάζευες, µάζευες και τελειωµό δεν είχαν. Τα συκαλάκια σου, σκεφτόσουν, τα µελένια σου τα σύκα και µαράζωνες τη συκιά. Και έλεγες τι θα τρώµε τώρα τον Αύγουστο που δεν θα είχες τα συκαλάκια τα γλυκά, τι θα τρώµε τον Αύγουστο που δεν θα έχουµε σύκα.

Αν δει το πλάσµαν τα σύκα να ψήννουνταιεποχήν που ’εν ένι του τζαιρού τους, σηµαίνει µεγάλον µαράζιν. Σηµαίνεικαβκάδες, καρκασαλλίκκιν, κακόν. Που τζείνα τα κακά που ’εν ηµπορεί να βάλει το σέριν του ούτε ο ίδιος ο Θεός. Τίποτε ’εν θα ηµπόρει να κάµει ο Πλάστης.

Έτσι σε βρήκε η γειτόνισσα το πρωί. Ήρθε καταχαρούµενη να σου πει τα νέα. Σωθήκαµε, σου φώναξε. Σωθήκαµε. Ήρθε η µάνα µας να µας σώσει. Ήρθε η Αϊσέ να κάνει εδώ διακοπές. “Τι κάνεις εκεί µε τα σύκα;” “Σκάσανε όλα” της είπες. “Ανοίγουνε τα συκαλάκια µου τον Ιούλιο, τα µελένια µου τα σύκα που ζηλεύει όλη η γειτονιά. Σκάνε και πέφτουνε στην αυλή. Δεν θα έχουµε σύκα να τρώµε τον Αύγουστο” είπες και βούρκωσες. Άφησες µετά τη γειτόνισσα στην αυλή και έτρεξες να ξυπνήσεις τον γιο σου. “Μάνα, τι γίνεται;” σου φώναξε. “Ήρθε” του είπες “η Αϊσέ να κάνει εδώ διακοπές. Και εµάς µας αρρώστησε η συκιά µας. Δεν θα έχουµε κάτι να την τρατάρουµε. Δεν θα µπορέσουµε τον Αύγουστο να τρώµε σύκα”.

Και άρχισες ύστερα να κλαις».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου